Ως εξάρθρημα ώμου χαρακτηρίζεται η παρεκτόπιση (μετατόπιση) των αρθρούμενων επιφανειών και σχεδόν πάντοτε της κεφαλής του βραχιονίου προς τα εμπρός ( πρόσθιο εξάρθρημα) ή και σε άλλη κατεύθυνση.
Το πρόσθιο εξάρθρημα προκαλεί ρήξη του επιχειλίου χόνδρου της ωμογλήνης (βλάβη Bankart). Ο ασθενής δεν μπορεί να στρέψει προς τα έξω, το άνω άκρο. Ακολουθεί πόνος στον ώμο, αδυναμία και απώλεια της φυσιολογικής καμπυλότητας στον ώμο.
Εάν ο ορθοπαιδικός βεβαιωθεί από τον κλινικό έλεγχο ή την ακτινογραφία ότι πρόκειται για εξάρθημα και είναι το πρώτο επεισόδιο, θα προχωρήσει στην ανάταξή του ο ίδιος και θα το ακινητοποιήσει για συγκεκριμένο χρονικό διάστημα. Θα ακολουθήσει πρόγραμμα με φυσικοθεραπευτή για την ενδυνάμωση του στροφικού πετάλου και των σταθεροποιητών της ωμοπλάτης, για να μειωθούν οι πιθανότητες υποτροπής του.
Εάν ο ασθενής είναι νέος σε ηλικία, και λόγω αθλητικών δραστηριοτήτων ή επαγγέλματος, έχει πολλές πιθανότητες να αντιμετωπίσει επαναλαμβανόμενα εξαρθρήματα ώμου, τότε συστήνεται η αντιμετώπισή του με αρθροσκοπική χειρουργική.
Υπο γενική αναισθησία, ο ασθενής υποβάλλεται σε συρραφή των ραγέντων συνδέσμων (ρήξη επιχειλίου χόνδρου, βλάβη Bankart) και ο ώμος σταθεροποιείται με τη χρήση οστικών αγκυρών με ράμματα (συρραφή βλάβης Bankart).